ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ: Στην ομάδα ή στην «απομόνωση»; Μια κοινωνιολογική-ψυχολογική προσέγγιση.
Δεν υπάρχει γονιός που να μην συμφωνεί απόλυτα ότι επενδύει στην ξενόγλωσση εκπαίδευση των παιδιών του όχι απλά για ένα «χαρτί» αλλά για να γίνουν τα παιδιά του χρήστες της γλώσσας, να μπορούν δηλαδή να ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΝ στον προφορικό και γραπτό λόγο. Όταν όμως το θέμα έρχεται στο που, πώς, πότε διδάσκεται-μαθαίνεται μια ξένη γλώσσα τότε συχνά καταλήγει (ο καθένας επικαλείται τους δικούς του λόγους) στην επιλογή της απομόνωσης της ατομικής διδασκαλίας.
Υποχρεώνει το παιδί του να προσπαθεί αντίθετα με τη φύση της εκμάθησης της γλώσσας. Πριν περάσουμε στην κοινωνιολογική-ψυχολογική προσέγγιση, θα κάνουμε τρεις επισημάνσεις:
- τα παιδιά έμαθαν τη μητρική τους γλώσσα στην ομάδα
- οι διδάσκοντες σε ατομική διδασκαλία έμαθαν και αυτοί την ξένη γλώσσα σε ομάδα
- αν τα παιδιά τους έκαναν παρέες με Εγγλεζάκια θα μάθαιναν Αγγλικά.
Η γλώσσα (οποιαδήποτε γλώσσα) δημιουργήθηκε από μια ανθρώπινη ομάδα. Ένα μεμονωμένο άτομο δε θα τη δημιουργούσε ποτέ. Εμπλουτίζεται- εξελίσσεται, ταυτόχρονα με τη σκέψη, μέσα στην ομάδα, στις ομάδες, στην κοινωνία. Είναι φορέας κοινωνικών νοημάτων. Αυτός που μιλάει χρησιμοποιεί τον κώδικα της γλώσσας για να τον ακούσουν οι άλλοι. Ακούγοντας ο ίδιος τους άλλους εξελίσσει και την γλώσσα και τη σκέψη.
Ο στόχος της διδασκαλίας των ξένων γλωσσών διαφοροποιείται από περίοδο σε περίοδο, ακολουθώντας τις κοινωνικές αλλαγές: απόκτηση εθνικής ταυτότητας, διάκριση από τους μη γλωσσομαθείς, επαγγελματική αποκατάσταση και εξέλιξη. Ποιος είναι ο στόχος σήμερα; Αναμφισβήτητα η ανάπτυξη επικοινωνιακών δεξιοτήτων στην υπηρεσία της πληροφορίας, της δια βίου εκπαίδευσης, ως εργαλείο συνεργασίας και όχημα ελεύθερης διακίνησης. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά που ανταποκρίνονται στην υπό διαμόρφωση κοινωνία.
Αν λοιπόν η εκμάθηση των ξένων γλωσσών στοχεύει στην επικοινωνία τότε η επικοινωνία απαιτείται για την εκμάθηση. Αυτή είναι η βασική αρχή της γλωσσικής εκπαίδευσης σήμερα. Η ανάπτυξη της επικοινωνιακής δεξιότητας προϋποθέτει ένταξη στην ομάδα, εμπλοκή σε περιστάσεις που καθιστούν τον μαθητή ομιλητή ή συνομιλητή. Ποιος έμαθε να επικοινωνεί μόνος του ή με έναν ακόμη στην απομόνωση; Μόνο στο περιβάλλον της ομάδας εκδηλώνονται οι ανάγκες της επικοινωνίας. Αυτές οι ανάγκες είναι που θα «υποχρεώσουν» τον μαθητή να αναπτύξει τις δεξιότητες στη γλώσσα. Αυτές οι ανάγκες θα γίνονται ενδιαφέροντα και στη συνέχεια κίνητρα για τη συνεχή χρήση της γλώσσας. Θα «εξαναγκάζουν» στη χρήση της γραμματικής και στον εμπλουτισμό του λεξιλογίου.
Η επικοινωνία στην εκμάθηση της γλώσσας εξουδετερώνει τις παρεμβολές της μητρικής γλώσσας, τις αντιστάσεις που αυτή δημιουργεί σε κάτι περίπλοκα καινούργιο που εκτίθεται ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Η συνεχής έκθεση σε νέες περιστάσεις, το παιχνίδι, το τραγούδι, η μίμηση, η χρήση αντικειμένων και εννοιών, η χρήση της τεχνολογίας δεν μπορούν να υπάρξουν και να λειτουργούν έξω από την ομάδα, στην απομόνωση. Ακριβώς αυτά τα στοιχεία είναι που δημιουργούν την επιθυμία για χρήση της γλώσσας.
Μέσα στην ομάδα, με τη συνεργασία και την επικοινωνία, αποκτά ο μαθητής αντικειμενική εικόνα του εαυτού του, πού βρίσκεται, τι γνωρίζει συγκριτικά με τους άλλους. Αυτοαξιολόγηση, αξιολόγηση, έπαινος, παρακίνηση, συναγωνισμός είναι χαρακτηριστικά της λειτουργίας των ομάδων. Κανείς δεν τρέχει μόνος του, κανείς δεν αποκτά ταυτότητα στην απομόνωση, όλοι είμαστε αυτό που βλέπουν και κρίνουν οι άλλοι.
Η ομάδα βοηθά και τους αδύνατους μαθητές. Δεν τους αφήνει στη μοίρα τους, τους παρακινεί και τους υποχρεώνει να ακολουθήσουν. Οι δυνατοί μαθαίνουν να εξηγούν και να καθοδηγούν καλύτερα από ότι θα έκαναν μόνοι τους.
Η γλώσσα δεν είναι αυτοσκοπός. Μαθαίνουμε γλώσσα όχι για την ίδια τη γλώσσα αλλά επειδή μας χρησιμεύει για δράση, ιδιαίτερα σήμερα. Η χρήση γλωσσών θα αποφασίσει για την «επιβίωση» στον κόσμο που ήδη ζούμε.
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΟΥΜΕ ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ- ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ.
Αργύριος Ρόζης
Διευθυντής Εκπαιδευτηρίων ROZIS